23 Για να Καταλάβεις ένα Μήνυμα

Η Γκρένταλ κατάφερε να μη σταθεί κοιτώντας κατάπληκτη όταν μπήκε στην αίθουσα, όμως η εσθήτα της από στράιθ έγινε κατάμαυρη πριν ανακτήσει την αυτοκυριαρχία της και την ξαναμετατρέψει σε γαλάζια αχλύ. Ο Σαμαήλ είχε κάνει τους πάντες να αμφιβάλλουν αν αυτό το δωμάτιο ήταν η Μεγάλη Αίθουσα του Συμβουλίου στο Ίλιαν. Αλλά η Γκρένταλ θα ξαφνιαζόταν, αν υπήρχε άλλος εκτός απ’ αυτήν που θα έμπαινε απρόσκλητος τόσο βαθιά στα δια μερίσματα του «Άρχοντα Μπρεντ».

Ο αέρας είχε μια ευχάριστη δροσιά· σε μια γωνιά υψωνόταν ο κούφιος κύλινδρος ενός εναλλακτήρα. Οι λαμπτήρες, ολόλαμπροι, δίχως να τρεμοπαίζουν, στέκονταν αταίριαστοι μέσα σε βαριά χρυσά καντηλέρια και πρόσφεραν καλύτερο φωτισμό απ’ όσο θα μπορούσαν ποτέ τα κεριά κι οι λάμπες λαδιού. Ένα μικρό μουσικό κουτί στεκόταν στη μαρμάρινη κορνίζα του τζακιού κι αναπαρήγε από τη μνήμη του τις απαλές νότες ενός ηχογλυπτού, το οποίο μάλλον είχε πάνω από τρεις χιλιάδες χρόνια να ακουστεί έξω από αυτό το δωμάτιο. Εκτός αυτού, η Γκρένταλ αναγνώριζε κι αρκετά έργα τέχνης στους τοίχους.

Κοντοστάθηκε μπροστά στο «Τέμπο της Αιωνιότητας» του Σίραν Τολ. Δεν ήταν αντίγραφο. «Θα ’λεγε κανείς ότι λεηλάτησες μουσείο, Σαμαήλ». Δυσκολεύτηκε να κρύψει το φθόνο από τη φωνή της, κι όταν είδε το μειδίαμα του, κατάλαβε ότι δεν τα είχε καταφέρει.

Ο Σαμαήλ γέμισε με κρασί δυο ασημοστόλιστα ποτήρια και της έδωσε το ένα. «Απλώς ένα κουτί στάσης. Υποθέτω ότι τις τελευταίες μέρες οι άνθρωποι προσπαθούσαν να γλιτώσουν ό,τι μπορούσαν». Το χαμόγελό του τέντωνε τη φρικτή ουλή του προσώπου του, καθώς τριγυρνούσε λάμποντας μέσα στην αίθουσα, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στον πίνακα ζάρα που πρόβαλλε στον αέρα ένα πεδίο από ακίνητα διάφανα κουτιά· ανέκαθεν του άρεσαν τα πιο βίαια παιχνίδια. Φυσικά, η ύπαρξη του πίνακα ζάρα σήμαινε ότι το πεδίο στάσης το είχε γεμίσει κάποιος οπαδός του Μεγάλου Άρχοντα· η κατοχή έστω κι ενός παιχνιδιού που κάποτε ήταν άνθρωπος, σήμαινε φυλάκιση, τουλάχιστον στην άλλη μεριά. Τι άλλο είχε βρει ο Σαμαήλ;

Πίνοντας το κρασί της —και πνίγοντας έναν αναστεναγμό· το κρασί ήταν της εποχής· μέσα της έλπιζε να της είχε προσφέρει ένα ντελικάτο Σατάρε ή κάποιο έξοχο Κόμολαντ— χάιδεψε την εσθήτα της με δάχτυλα φορτωμένα δαχτυλίδια. «Βρήκα κι εγώ έναν, αλλά, εκτός από το στράιθ, περιείχε μια φρικτή συλλογή από άχρηστα σκουπίδια». Στο κάτω-κάτω, εφόσον ο Σαμαήλ την είχε προσκαλέσει εκεί και την είχε αφήσει να το δει, ήταν ώρα για εκμυστηρεύσεις. Ασήμαντες εκμυστηρεύσεις.

«Τι κρίμα για σένα». Και πάλι εκείνο το μειδίαμα. Σίγουρα ο Σαμαήλ είχε βρει κάτι παραπάνω από παιχνιδάκια και στολίδια. «Από την άλλη», συνέχισε εκείνος, «σκέψου πόσο άσχημο θα ήταν να ανοίξεις ένα κουτί και να ξυπνήσεις ένα σμήνος κάφαρ, ας πούμε, ή κάποιο τζουμάρα, ή κάποιο από τα άλλα δημιουργήματα του Άγκινορ. Το ξέρεις ότι υπάρχουν ελεύθερα τζουμάρα στη Μάστιγα; Σε πλήρες μέγεθος, αν και τώρα δεν πρόκειται να μεταμορφωθούν. Τα ονομάζουν Σκουλήκια». Γέλασε τόσο δυνατά, που σείστηκε ολόκληρος.

Η Γκρένταλ χαμογέλασε με περισσότερη θέρμη απ’ όση ένιωθε μέσα της, κι αν η εσθήτα της άλλαξε χρώμα, η αλλαγή ήταν ελάχιστη. Είχε μια δυσάρεστη εμπειρία, σχεδόν θανατηφόρα για την ακρίβεια, με ένα πλάσμα του Άγκινορ. Ο άνθρωπος ήταν μεγαλοφυής με τον τρόπο του, αλλά τρελός. Μόνο ένας τρελός θα έφτιαχνε τα γκόλαμ. «Δείχνεις ευδιάθετος».

«Και γιατί να μην είμαι;» είπε εκείνος με ενθουσιασμό. «Έχω σχεδόν στα χέρια μου μια κρύπτη με ανγκριάλ και ποιος ξέρει τι άλλο. Μην ξαφνιάζεσαι. Φυσικά και ξέρω ότι εσείς οι υπόλοιποι προσπαθείτε να χώσετε τη μύτη στις υποθέσεις μου, ελπίζοντας ότι θα σας οδηγήσω σ’ αυτήν. Άδικος κόπος. Φυσικά, θα τα μοιραστούμε, αλλά αφού πρώτα τα πάρω εγώ κι αφού διαλέξω πρώτος». Απλώθηκε αναπαυτικά σε μια βαριά χρυσοστόλιστη καρέκλα —μπορεί να ήταν ολόχρυοη· κάτι τέτοιο θα ήταν του χαρακτήρα του— ισορροπώντας το ένα πόδι στη μύτη του άλλου και χαϊδεύοντας το χρυσό γένι του. «Εκτός αυτού, έστειλα έναν απεσταλμένο στον αλ’Θόρ. Κι η απάντηση ήταν ευνοϊκή».

Η Γκρένταλ παραλίγο θα έχυνε κάτω το κρασί της. «Ναι, ε; Εγώ άκουσα ότι σκότωσε τον αγγελιοφόρο σου». Αν τον τάραξε το γεγονός ότι η Γκρένταλ γνώριζε τόσα, αλλά το έκρυψε καλά. Αντιθέτως, χαμογέλασε.

«Ο αλ’Θόρ δεν σκότωσε κανέναν. Ο Άντρις πήγε εκεί για να πεθάνει· νομίζεις ότι μου αρέσει να περιμένω πότε θα γυρίσουν οι αγγελιοφόροι; Ή τα περιστέρια; Ο τρόπος του θανάτου του μου είπε την απάντηση του αλ’Θόρ».

«Η οποία ήταν;» ρώτησε εκείνη με προσοχή.

«Ανακωχή μεταξύ μας».

Η Γκρένταλ ένιωσε παγωμένα δάχτυλα να χώνονται στο κρανίο της. Αποκλείεται να ήταν αλήθεια. Όμως ο Σαμαήλ έμοιαζε τόσο άνετος, περισσότερο από τις άλλες φορές που τον είχε δει από τότε που είχε ξυπνήσει. «Ο Λουζ Θέριν ποτέ δεν θα—»

«Ο Λουζ Θέριν είναι νεκρός από καιρό, Γκρένταλ». Τη διέκοψε με θυμηδία, με χλευασμό ίσως. Δίχως διόλου θυμό.

Εκείνη προσποιήθηκε ότι έπινε κρασί για να κρύψει τη βαθιά ανάσα της. Ήταν, άραγε, αλήθεια; «Ο στρατός του ακόμα συγκεντρώνεται στο Δάκρυ. Τον είδα. Δεν μου μοιάζει με ανακωχή αυτό».

Ο Σαμαήλ γέλασε τρανταχτά. «Χρειάζεται καιρός για να αλλάξει πορεία ένα στράτευμα. Πίστεψέ με, δεν θα κινηθεί εναντίον μου».

«Νομίζεις πως όχι; Ένας-δυο από τους μικρούς μου φίλους λένε ότι σε θέλει νεκρό επειδή σκότωσες κάποιες από τις χαϊδεμένες Κόρες του. Αν ήμουν στη θέση σου, θα σκεφτόμουν να πάω σε κάποιο λιγότερο επιδεικτικό μέρος, κάπου που να μην μπορεί να με βρει». Εκείνος ούτε που πετάρισε τα βλέφαρά του. Λες κι είχαν κοπεί τα νήματα που τον κινούσαν.

«Τι σημασία έχει αν πέθαναν μερικές Κόρες;» Είχε μια αληθινά μπερδεμένη έκφραση στο πρόσωπό του. «Μάχη ήταν· οι στρατιώτες σκοτώνονται στη μάχη. Μπορεί ο αλ’Θόρ να είναι γεωργός, αλλά έχει στρατηγούς να δίνουν τις μάχες για λογαριασμό του και να του εξηγούν τα πράγματα. Αμφιβάλλω αν το πρόσεξε καν».

«Ποτέ δεν πρόσεξες στ’ αλήθεια αυτούς τους ανθρώπους. Αλλαξαν όσο άλλαξε κι η γη, Σαμαήλ. Όχι μόνο οι Αελίτες. Σε μερικά πράγματα, οι άλλοι άλλαξαν ακόμα περισσότερο. Αυτοί οι στρατιώτες ήταν γυναίκες και για τον Ραντ αλ’Θόρ αυτό έχει σημασία».

Εκείνος σήκωσε αδιάφορα τους ώμους κι εκείνη έκρυψε την περιφρόνησή της, κρατώντας το στράιθ της σταθερό σε μια γαλήνια ομίχλη. Ο Σαμαήλ ποτέ δεν είχε κατανοήσει ότι πρέπει να καταλάβεις τους ανθρώπους για να κάνουν αυτό που θέλεις. Ήταν καλή η Πειθώ, αλλά δεν μπορούσες να την εφαρμόσεις σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

Αναρωτήθηκε μήπως το κουτί στάσης ήταν η κρύπτη που «είχε σχεδόν στα χέρια του». Αν ο Σαμαήλ έβρισκε έστω κι ένα ανγκριάλ... Αν έβρισκε, τότε η Γκρένταλ θα το μάθαινε, αλλά μάλλον μόνο όταν της το αποκάλυπτε ο ίδιος. «Φαντάζομαι, λοιπόν, ότι θα δούμε τώρα πόσο σοφότερος έχει γίνει ο πρωτόγονος Λουζ Θέριν». Εκείνη ύψωσε το φρύδι της με αμφιβολία, χαμογέλασε κι η ίδια. Καμία αντίδραση εκ μέρους του. Πώς είχε καταφέρει να χαλιναγωγεί έτσι τα νεύρα του; Το όνομα του Λουζ Θέριν από μόνο του κανονικά αρκούσε για να τον ξεσηκώσει. «Αν δεν καταφέρει να σε διώξει από το Ίλιαν σαν ένα κόζα που σκαρφαλώνει σε δένδρο, ίσως—»

«Ίσως δεν αντέχεται τόση αναμονή», τη διέκοψε εκείνος ήρεμα. «Ίσως δεν την αντέχεις εσύ, εννοώ».

«Με απειλείς, Σαμαήλ;» Η εσθήτα της απέκτησε ένα απαλό ροδαλό χρώμα, αλλά εκείνη την άφησε έτσι. Ας καταλάβαινε ο Σαμαήλ ότι ήταν θυμωμένη. «Νόμιζα ότι είχες αντιληφθεί εδώ και καιρό ότι είναι σφάλμα να με απειλεί κανείς».

«Δεν είναι απειλή, Γκρένταλ», της ανταπάντησε γαλήνια. Τα «κουμπιά» του δεν είχαν αποτέλεσμα· τίποτα δεν τάραζε αυτή την εύθυμη αμεριμνησία. «Απλώς γεγονότα. Ο αλ’Θόρ δεν πρόκειται να μου επιτεθεί, κι εγώ δεν πρόκειται να του επιτεθώ. Και φυσικά, συμφώνησα να μην προσφέρω αρωγή σε κανέναν άλλο Αποδιωγμένο που ίσως βρει ο αλ’Θόρ. Όλα αυτά συμβαδίζουν με τις διαταγές του Μεγάλου Άρχοντα, δεν συμφωνείς;»

«Φυσικά». Δεν έχασε την ήρεμη έκφραση της, όμως το στράιθ είχε πάρει πιο βαθύ χρώμα, χάνοντας κάπως την ομιχλώδη αίσθησή του. Εν μέρει, το χρώμα έδειχνε ακόμα θυμό. Υπήρχαν κι άλλα εκτός αυτών που της έλεγε ο Σαμαήλ, αλλά πώς θα τα έβρισκε;

«Πράγμα που σημαίνει», συνέχισε εκείνος, «ότι τη Μέρα του Γυρισμού πιθανότατα θα είμαι ο μόνος που θα έχει απομείνει για να αντιμετωπίσει τον αλ’Θόρ».

«Αμφιβάλλω αν θα καταφέρει να μας σκοτώσει όλους», είπε εκείνη καυστικά, αλλά ένιωθε κάτι να της καίει το στομάχι. Ήταν τόσοι οι Αποδιωγμένοι που είχαν πεθάνει. Ο Σαμαήλ πράγματι είχε βρει τρόπο να καθίσει παράμερα μέχρι το τέλος· αυτή ήταν η μόνη εξήγηση.

«Δεν το πιστεύεις; Ούτε ακόμα κι αν μάθει πού είστε όλοι;» Το χαμόγελο πλάτυνε. «Είμαι σίγουρος ότι ξέρω τι πλεκτάνες ετοιμάζει ο Ντεμάντρεντ, μα πού κρύβεται, άραγε; Πού είναι η Σέμιραγκ; Η Μεσάνα; Τι γίνεται με τον Ασμόντιαν και τη Λανφίαρ; Τη Μογκέντιεν;»

Εκείνα τα παγωμένα δάχτυλα επέστρεψαν, αφήνοντας αυλακιές στο κρανίο της. Δεν θα του επέτρεπε να ξαπλώνεται εκεί μπροστά της και να της μιλά έτσι —αποκλείεται να της πρότεινε αυτό που της πρότεινε— εκτός αν... «Ο Ασμόντιαν κι η Λανφίαρ είναι νεκροί, κι είμαι σίγουρη πως κι η Μογκέντιεν επίσης πρέπει να έχει πεθάνει». Ξαφνιάστηκε ακούγοντας την ίδια της τη φωνή, τραχιά και τρεμουλιαστή. Το κρασί δεν μαλάκωνε το ξερό λαρύγγι της.

«Κι οι άλλοι;» Ήταν απλώς μια ερώτηση· η φωνή του δεν ήταν καθόλου επίμονη. Ένιωσε μια ανατριχίλα να διατρέχει το κορμί της.

«Ό,τι ξέρω σου το είπα, Σαμαήλ».

«Δεν μου είπες τίποτα. Όταν θα είμαι Νή’μπλις, εγώ θα διαλέξω ποιος θα είναι ο άμεσα υφιστάμενος μου. Θα πρέπει να είναι ζωντανός για να δεχθεί το άγγιγμα του Μεγάλου Άρχοντα».

«Ισχυρίζεσαι ότι πήγες στο Σάγιολ Γκουλ; Ότι ο Μέγας Άρχοντας σου υποσχέθηκε...;»

«Θα τα μάθεις όλα στην κατάλληλη ώρα, ούτε μια στιγμή νωρίτερα. Αλλά έχω μια μικρή συμβουλή για σένα, Γκρένταλ. Προετοιμάσου από τώρα. Πού βρίσκονται;»

Το μυαλό της άρχισε να δουλεύει μανιασμένα. Σίγουρα ο Σαμαήλ είχε πετύχει αυτή την υπόσχεση. Σίγουρα. Μα γιατί αυτός; Όχι, δεν ήταν τώρα η στιγμή για εικασίες. Ο Μέγας Άρχοντας επέλεγε όποιον επιθυμούσε. Κι ο Σαμαήλ ήξερε πού βρισκόταν η Γκρένταλ. Θα μπορούσε να το σκάσει από το Άραντ Ντόμαν, να μεταφέρει τη βάση της κάπου αλλού· δεν θα ήταν δύσκολο. Αν παρατούσε τα μικρά παιχνίδια που έπαιζε εδώ, ακόμα κι αν εγκατέλειπε τα άλλα τα μεγαλύτερα, θα ήταν μικρό τίμημα για να μην την κυνηγήσει ο αλ’Θόρ — ή ο Λουζ Θέριν. Δεν είχε καμία πρόθεση να τον αντιμετωπίσει ποτέ ευθέως· αφού είχαν υποκύψει μπροστά του ο Ισαμαήλ κι ο Ράχβιν, τότε η Γκρένταλ δεν ήθελε να δοκιμάσει τη δύναμή του, τουλάχιστον κατά μέτωπον. Ο Σαμαήλ σίγουρα είχε λάβει εκείνη την υπόσχεση. Αν ο Σαμαήλ πέθαινε τώρα... Πρέπει τώρα να κρατούσε το σαϊντίν —αλλιώς θα ήταν τρελός να λέει τέτοια πράγματα— και θα αντιλαμβανόταν ακαριαία την Γκρένταλ αν έπιανε το σαϊντάρ. Εκείνη θα κατέληγε νεκρή. Πρέπει να κρατούσε το σαϊντίν. «Δεν... δεν ξέρω πού είναι ο Ντεμάντρεντ κι η Σέμιραγκ. Η Μεσάνα... Η Μεσάνα είναι στον Λευκό Πύργο. Μόνο αυτά ξέρω. Το ορκίζομαι».

Το σφίξιμο που ένιωθε στο στήθος της χαλάρωσε όταν εκείνος ένευσε. «Θα μου βρεις τους υπόλοιπους». Δεν ήταν ερώτηση. «Όλους, Γκρένταλ. Αν θέλεις να πιστέψω ότι κάποιος είναι νεκρός, δείξε μου το πτώμα του».

Ευχήθηκε να τολμούσε να τον σκοτώσει. Η εσθήτα της τρικύμισε, παίρνοντας φανταχτερές αποχρώσεις του κόκκινου, απηχώντας το θυμό, το φόβο και την ντροπή που μαίνονταν ανεξέλεγκτα μέσα της. Πολύ καλά, άσε τον Σαμαήλ να πιστεύει προς το παρόν ότι την είχε τρομάξει. Άσε τον Σαμαήλ να το κάνει αυτό, να προσφέρει τη Μεσάνα στον αλ’Θόρ, να τους προσφέρει όλους στον αλ’Θόρ, αρκεί ο αλ’Θόρ να μην ερχόταν στο κατόπι της. «Θα προσπαθήσω».

«Δεν θα προσπαθήσεις, Γκρένταλ. Θα το κάνεις».


Όταν η Γκρένταλ έφυγε κι η πύλη προς το παλάτι της στο Άραντ Ντόμαν έκλεισε, ο Σαμαήλ άφησε να σβήσει το χαμόγελο από το πρόσωπό του. Τα σαγόνια του πονούσαν τόση ώρα που χαμογελούσε. Η Γκρένταλ σκεφτόταν υπερβολικά πολύ· είχε συνηθίσει να κάνει τους άλλους να δρουν για λογαριασμό της και δεν είχε σκεφτεί να δράσει η ίδια. Αναρωτήθηκε τι θα έλεγε εκείνη, αν ανακάλυπτε ποτέ ότι ο Σαμαήλ την είχε χειριστεί τόσο επιδέξια όσο είχε χειριστεί κι εκείνη τόσους βλάκες στην εποχή της. Θα έβαζε στοίχημα τα πάντα ότι δεν είχε αντιληφθεί τον πραγματικό σκοπό του. Έτσι, λοιπόν, η Μεσάνα ήταν μέσα στον Λευκό Πύργο. Η Μεσάνα στον Πύργο κι η Γκρένταλ στο Αραντ Ντόμαν. Αν μπορούσε να δει η Γκρένταλ το πρόσωπό του εκείνη τη στιγμή, θα γευόταν τον αληθινό φόβο. Ό,τι και αν συνέβαινε, ο Σαμαήλ σκόπευε να είναι αυτός που θα έμενε όρθιος τη Μέρα του Γυρισμού, που θα ονομαζόταν Νή’μπλις και θα νικούσε τον Αναγεννημένο Δράκοντα.

Загрузка...